giannopoylos ithopiosΣυνεχίζοντας το αφιέρωμά μας σε Αρκάδες καλλιτέχνες έχουμε την χαρά να φιλοξενούμε τον αγαπημένο μας ηθοποιό Γιώργο Γιαννόπουλο με καταγωγή από του Ράδου. Ο Ράδος είναι από τα ψηλότερα κατοικήσιμα χωρία της Ελλάδας με υψόμετρο 1200 μέτρα, βρίσκεται κοντά στη Δημητσάνα και έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός οικισμός.

 

Κύριε Γιαννόπουλε πείτε μας λίγα λόγια για την καταγωγή σας.
Επειδή αγαπάω πάρα πολύ τον τόπο καταγωγής μου, ψάχνω ποιος είμαι, πως ήρθα στον κόσμο, το σπέρμα και το ωάριο που με γέννησαν. Μ΄αυτή την έννοια η καταγωγή μου από σπέρμα, είμαι Αρκάς και από ωάριο Μεσσήνιος. Ο παππούς μου γεννήθηκε στο Ράδο, ο πατέρας μου όμως κι εγώ γεννηθήκαμε στην Αρσινόη της Μεσσηνίας.
Στου Ράδου πηγαίνετε;
Βεβαίως και πηγαίνω κι αρκετά συχνά. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια ένας ξάδερφός μου έχει καθιερώσει το πρώτο Σάββατο του Σεπτέμβρη να μαζευόμαστε όλο το Γιαννοπουλέικο σόι, απ΄όπου βρίσκεται ο καθένας, να γλεντάμε και να θυμόμαστε τα παλιά. Ποιοι υπάρχουμε και ποιοι δεν υπάρχουμε.
Υπάρχει κάποιο σημείο αναφοράς, κάποιος άλλος λόγος να επισκέπτεστε του Ράδου;
Υπάρχει ένα σπίτι εκεί πέρα το οποίο δεν μπορέσαμε να το χωρίσουμε, είναι αυτό που λέμε αδερφομοίρια ανήκει σε πάρα πολλούς, έχει πέσει και η σκεπή. Σε κάποια φάση προσπάθησα να το πάρω και να το φτιάξω, δεν τα κατάφερα κι έχει μείνει εκεί ερειπωμένο. Βέβαια του Ράδου εκτός από τόπος καταγωγής είναι κι ένα μέρος ιδανικό για εκδρομές, όπως η Βυτίνα η Δημητσάνα μέρη που δεν πάτησε Τούρκος, μέρος με απαράμιλλο φυσικό κάλλος. Θυμάμαι πολλές φορές που έπαιρνα τον πατέρα μου και τις αδερφές μου με το αμάξι και πηγαίναμε βόλτα στο χωριό.


Γνωρίζω ότι χάσατε πρόσφατα τον πατέρα σας, τι θυμάστε απ΄αυτά που σας έλεγε;
Ο πατέρας μου έφυγε τον Μάιο που μας πέρασε σε ηλικία εκατό ετών. Είχε μια ευγένεια κι έλεγε ένα μπράβο, δηλαδή χαιρόταν για τον διπλανό του για την περιουσία του, έβλεπε κάτι που του άρεσε κι έλεγε μπράβο, αυτό είναι κάτι μεγαλειώδες, κάτι ποιητικό άμα το δούμε. Όσο περνούν τα χρόνια λείπει όχι μόνο το μπράβο, λείπει και το συγνώμη και το παρακαλώ. Το 2010 σε μια ομιλία μου για τον πολιτισμό, έλεγα μεταξύ άλλων, <<πολιτισμός είναι να λες μπράβο>>, αυτό μου τό ΄μαθε ο πατέρας μου που είναι 96 χρονών και τον έχω δίπλα μου, ήταν τότε 96 ετών με άκουσε και συγκινήθηκε. Αυτό μ΄έκανε να μην είμαι μίζερος, μίζερος και κακιασμένος. Δεν μ΄αρέσει αυτό το πράγμα στους ανθρώπους, αυτό που λέει το ανέκδοτο, με τι χαίρεται ο Έλληνας; Να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα. Αυτό είναι το μεγάλο πράγμα που έμαθα από τον πατέρα μου, το μπράβο και είμαι πολύ περήφανος γι΄αυτό.
Την καλλιτεχνική σας πορεία πως την ξεκινήσατε;
Είχα περάσει γεωπονική στη Θεσσαλονίκη την οποία παράτησα και έκανα μουσική στο ‘’Νέο Ωδείο Θεσσαλονίκης’’ του Κάρολου Τρικολίδη. Εκεί έμαθα τρομπέτα πιάνο αρμονία και λόγο ενός χωρισμού αλλά και με την παραίνεση του συγχωρεμένου φίλου μου μεγάλου πιανίστα Νίκου Γεωργούση (ο οποίος έφυγε πολύ πρόωρα από την ζωή) πήγα στο Παρίσι μήπως και βρω το νόημα της ζωής. Πήγα, πέρασα καλά δεν το βρήκα και γύρισα πίσω.
Ηθοποιός δεν είχατε σκεφτεί να γίνετε;
Εγώ ηθοποιός ήθελα να γίνω αλλά ήμουν δειλός όπως όλοι οι καλλιτέχνες είμαστε φοβισμένα άτομα, γι΄αυτό γινόμαστε καλλιτέχνες έχω την αίσθηση, τουλάχιστον για μένα. Γυρνώντας από το Παρίσι γνώρισα ένα κοριτσάκι την Χρύσα (καλή της ώρα όπου κι αν βρίσκεται) αυτή είχε περάσει ως ταλέντο στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και μου λέει: Μαναράκι έχεις ταλέντο, να ασχοληθείς με την υποκριτική. Πήρα μια πρώτη ελπίδα, μετά κατεβήκαμε Αθήνα και σ΄ένα γύρισμα που έκανε ο Γλυκοφρύδης σε μια αυλή στην Καισαριανή και καλά ότι γίνεται ένας γάμος κι εγώ έλεγα να ζήσετε και τα λοιπά, μου λέει: Είστε ηθοποιός; Του λέω όχι, μου λέει: Να γίνεται. Πήρα ας πούμε μια γνώμη, ήθελα μια επιβεβαίωση δεν μπορούσα, φοβόμουν να φάω χυλόπιτα. Μεγαλώνοντας κατάλαβα ότι για να ζήσεις και να επιβιώσεις στη ζωή πρέπει να φας και χυλόπιτες, είναι μέρος της ζωής. Τότε δεν το είχα πάρει χαμπάρι γι΄αυτό πήγα μεγάλος στη σχολή Θεοδοσιάδη, ήμουν 25 χρονών.
Τελειώσατε την σχολή το 1987 την εποχή των βιντεοταινιών αλλά δεν έχετε παίξει σε καμία, ήταν δική σας επιλογή;
Είμαι ο μοναδικός ηθοποιός της γενιάς μου ενδεχομένως που δεν έχω κάνει βιντεοκασέτα και είμαι πολύ περήφανος γι΄αυτή την επιλογή μου παρόλο που δυσκολεύτηκα και δούλεψα ως σερβιτόρος και μπάρμαν για να ζήσω. Στη ζωή κάνουμε επιλογές τις οποίες τις πληρώνεις με κάποιο τίμημα. Εγώ όταν ήμουν στη σχολή με παρακαλούσαν γιατί ήμουν και ωραίο παιδάκι, μα δεν γούσταρα την αισθητική των βιντεοκασετών, γι΄αυτό δεν έκανα καμία.
Έχετε παίξει σε αρκετές ταινίες είναι κάποια που ξεχωρίζετε;
Το ‘’Μικρό ψάρι’’ του Οικονομίδη την έχω δει δεκαπέντε φορές, δεν είναι τυχαίο που πήγε στο Βερολίνο. Θεωρώ ότι ο Οικονομίδης είναι κεφάλαιο για το Ελληνικό σινεμά όπως και ο φίλος μου ο Νίκος Γραμματικός που έχω παίξει σε όλες του τις ταινίες με χαρακτηριστική ‘’Η εποχή των δολοφόνων’’ όπου και πρωταγωνιστώ.
Αυτή την εποχή εμφανίζεστε στο θέατρο Αλκμήνη στην παράσταση ‘’12 ένορκοι’’ πείτε μας λίγα λόγια για το έργο.
Η παράσταση βασίζεται στην ομώνυμη ταινία του ΄57, η οποία βρίσκεται στις δέκα καλύτερες ταινίες στην ιστορία του σινεμά. Το εύρημα του έργου είναι ότι δώδεκα άνθρωποι κλείνονται σ΄ένα δωμάτιο ενόρκων και πρέπει να αποφασίσουν για την καταδίκη σε θάνατο ή την αθωότητα ενός δεκαπεντάχρονου που κατηγορείται ότι σκότωσε τον πατέρα του. Η απόφαση πρέπει να είναι ομόφωνη κι εκεί ξετυλίγονται οι προσωπικότητες δώδεκα διαφορετικών ανθρώπων γιατί προέρχονται από άλλα οικονομικά και κοινωνικά στρώματα. Το μεγαλείο της παράστασης είναι πως μπορούν να συνυπάρχουν διαφορετικότητες και πως αλλάζουν και ξεφεύγουν από τα στερεότυπά τους. Τα πράγματα αλλάζουν, ο κόσμος πάει προς το καλύτερο.
Δεν φοβάστε ότι ο ρατσισμός και η ξενοφοβία μεγαλώνει αντί να μειώνεται;
Υπάρχει ένας πολιτικός χώρος που τα εκτρέφει όλα αυτά. Λυπάμαι τους ανθρώπους που δεν βλέπουν την διαφορετικότητα γιατί δεν γεύονται την διαφορετικότητα, δεν τους μέμφομαι ουσιαστικά τους λυπάμαι αυτούς που έχουν ένα πράγμα εκεί στο μυαλό τους. Η διαφορετικότητα του λουλουδιού, του ανθρώπου, ο κοντός, ο όμορφος, ο άσχημος, αυτή είναι η ομορφιά της ζωής, δεν το βλέπουνε; Φαντάσου τι μίζεροι είναι. Δεν μπορούν να ζήσουνε, δεν γεύονται με κάτι που βλέπουν στο δρόμο, με κάτι που δεν είναι δικό τους άρα τους λυπάμαι δεν έχω να πω κάτι άλλο.
Τα δύο τελευταία χρόνια πρωταγωνιστείτε στο σήριαλ του Alpha ‘’Tο σόι σου’’ με τεράστια επιτυχία, είναι μία από τις δουλειές σας στην τηλεόραση που την ξεχωρίζετε;
Είμαι περήφανος για όλες τις δουλειές στην τηλεόραση που έχω κάνει ακόμα και σαπουνόπερα όπως στον ‘’ Έρωτα’’ στο ρόλο του Ντίντα. Ήταν στο σενάριο ο ρόλος γραμμένο Μπάμπης και λέω ελάτε εδώ στους σεναριογράφους, Μπάμπης λέγεται όλη η Ελλάδα, τον έκανα Ντίντα τον έκανα ξανθό, τον έκανα λίγο περίεργο, ήταν να έχει κατοικίδιο ένα καναρίνι εγώ τους είπα ένα βόα. Πάντα τους ρόλους μου τους μελετάω, τους προσέχω, γι΄αυτό και είμαι από τους λίγους ηθοποιούς που με φωνάζουν από τα ονόματα των ρόλων μου όπως Γαργαμπίκα απ΄το ‘’Αχ... και νά ξερες’’ και τώρα Χαμπέας.
Έχετε συμβάλει και στη δημιουργία του Χαμπέα;
Ο Χαμπέας δεν ήταν Χαμπέας, εγώ τον έκανα Καλαματιανό. Είπα στους υπεύθυνους δραματουργίας του Alpha, να τον κάνουμε Καλαματιανό; Συμφώνησαν και του έδωσαν το όνομα Χαμπέας. Αυτό ήταν μια δικαίωση για μένα. Ήθελα να πάρω <<το αίμα μου πίσω>> γιατί είχα φάει μπούλινγκ και ρατσισμό όταν ήρθα πιτσιρικάς στην Αθήνα από το χωριό. Γυμνάσιο τελείωσα Καλαμάτα και λύκειο εδώ. Πρώτη λυκείου ήρθα στην Αθήνα και μιλούσα με το <<λι και με το νι>>, με το <<ίσα πέρα κι ίσα κάτω>>, τα κλασσικά Καλαματιανά και θυμάμαι όταν γυρνούσα από το σχολείο, ανέβαινα την Μπακνανά με την σάκα κι έλεγα: <<μια μέρα θα σας δείξω>>, είχα φάει πίκρα.
Περιμένατε ότι ‘’Το σόι σου’’ θα είχε τόσο μεγάλη απήχηση από τον κόσμο;
Όταν διάβασα το σενάριο και είδα στη διανομή των ρόλων Παπακωνσταντίνου, Ορκόπουλο, Λουιζίδου και σπουδαίους ταλαντούχους νέους ηθοποιούς λέω ότι εδώ πάμε για μεγάλη επιτυχία και θα πάμε και του χρόνου κι έπεσα μέσα. Ο Έλληνας αγαπάει, είναι δεμένος με το σόι του. Σε δύσκολες περιόδους, σε πολέμους και τώρα με την κρίση, ο Έλληνας στηρίζει και στηρίζεται από την οικογένεια.
Εκτός από ηθοποιός έχετε ασχοληθεί επαγγελματικά με το τραγούδι κάνοντας εμφανίσεις σε μουσικές σκηνές.
Ναι, πολλές φορές μου το ζητάνε, έχω κι εγώ την ανάγκη να τραγουδήσω, να εκφραστώ μέσα από το τραγούδι. Παλιότερα είχα βγάλει ένα δισκάκι το οποίο δεν ευδοκίμησε αλλά πιστεύω ότι δεν έχει έρθει ακόμα η ώρα του. Εκεί είναι ένα ζεϊμπέκικο με ηλεκτρικές κιθάρες ‘’Τα αγόρια από την Καλαμάτα’’ σε στίχους της Δήμητρας Παπαδοπούλου και μουσική δική μου. Τώρα ετοιμάζω ένα νέο cd μια ολοκληρωμένη δουλεία, που θα τραγουδάω δικά μου τραγούδια.
Παράλληλα με το καλλιτεχνικό σας έργο έχετε ασχοληθεί και με την πολιτική. Τι σας έκανε να κατεβείτε υποψήφιος;
Πάντα με ενδιέφερε ο τόπος που ζω και το πώς θα μπορέσω να βοηθήσω τους συνανθρώπους μου. Υποστηρίζω κάποιες προσπάθειες κάποιους ανθρώπους χωρίς να βάζω ταμπέλες και χαίρομαι όταν μπορώ να βοηθήσω όπως τότε που ήμουν αντιδήμαρχος στη Ηλιούπολη.
Αν δεν είσαστε ηθοποιός έχετε σκεφτεί τι άλλο θα θέλατε να γίνεται;
Επειδή μ΄αρέσει πολύ το ταξίδι κι είμαι πολύ μοναχικός κατά βάθος, νταλικέρης θα θελα ή στα καράβια. Το γεύτηκα μια φορά που δούλεψα καμαρότος Πάτρα-Κέρκυρα-Αγκόνα σ΄ένα κρουαζιερόπλοιο. Μ΄αρέσει το ταξίδι, είμαι ταξιδιάρα ψυχή και μοναχική ψυχούλα. Πιστεύω οι περισσότεροι καλλιτέχνες έτσι είμαστε, γι΄αυτό και γινόμαστε καλλιτέχνες.

 

Συνέντευξη Χάρης Αυγουστίνος

Αναδημοσίευση από εφημερίδα ΑΡΚΑΔΙΚΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ

Αφήστε τα σχόλια σας

Δημοσίευσε ένα σχόλιο σαν επισκέπτης

0
  • Δεν βρέθηκαν σχόλια
Κατηγορία: