2 3Γράφει ο συνεργάτης μας
Βασίλης Σχίζας του Κων/ντή
Κάποιες μικρές πτυχές της ιστορίας επειδή θεωρούνται δευτερεύουσας σημασίας, πολλές φορές παραλείπονται από τους ιστοριογράφους γιατί υπερκαλύπτονται από σημαντικότερα γεγονότα. Δεν παύουν όμως αυτά τα «μικρά» συμβάντα αφού είναι πραγματικά γεγονότα, να είναι σημαδιακά στην ιστορία κάθε τόπου. Φρονούμε λοιπόν ότι αυτές οι «μικρές» ιστορίες δεν πρέπει να αφήνονται στην λησμονιά αλλά να αναδεικνύονται και να καταγράφονται ώστε να τις γνωρίζουν οι επερχόμενοι. Ένα τέτοιο μικρό συμβάν αναφέρεται στου Σέρβου Γορτυνίας, στα χρόνια της κατοχής.
Οι γερμανοί κατακτητές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ξεκουμπίστηκαν από την πατρίδα μας και ανάσανε ο τόπος τον Οκτώβριο του 1944.

Για τέσσερα χρόνια, από τον Απρίλιο του -41 που εισέβαλαν στη χώρα μας, λεηλατούσαν τον τόπο, σκότωναν χιλιάδες πατριώτες, κατέστρεφαν τα χωριά μας, άρπαζαν ότι χρειαζόταν ο κόσμος για να ζήσει με αποτέλεσμα να αντιμετωπίσει ο λαός μας φοβερή πείνα, άρπαξαν τους αρχαίους θησαυρούς τού πολιτισμού μας, άρπαξαν και τις οικονομίες μας από την Τράπεζα της Ελλάδος και είπαν πως ήσαν... «δανεικά!».
Εμείς σήμερα τους βλέπουμε φίλους μας και τους αγαπάμε!
Αν όμως δεν μας επιστρέψουν εκείνα τα λεφτά μας που άρπαξαν, «τα δανεικά», θα τους θεωρούμε ότι είναι «παλιόσκυλα ατάιγα!»
Ενώ λοιπόν το τελευταίο εξάμηνο πριν φύγουν, που όπως έδειχναν τα πολικο-στρατιωτικά πράγματα χάνανε τον πόλεμο, αντί να ανασκουμπωθούνε και να τσακιστούν να φύγουν, άρχισαν να αναδεύονται σαν τα κοψομεσιασμένα φίδια και την άνοιξη του 1944 ξεκίνησαν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον των ανταρτών που τους πολεμούσαν.
Μία από τις επιχειρήσεις αυτές ήταν η μάχη με τους αντάρτες τού ΕΛΑΣ στο χωριό της Γορτυνίας, Γλόγοβα, στις 20 Απριλίου του -44.
Οι αντάρτες τούς έστησαν ενέδρα στου Κουλούβελι. Στην θρυλική ιστορική αυτή μάχη οι Γερμανοί αιφνιδιάστηκαν και πανικόβλητοι πυροβολούσαν δώθε – κείθε με αποτέλεσμα να σκοτωθούν πολλοί μεταξύ τους, όπως μας διηγιόταν ένας ηλικιωμένος κάτοικος της περιοχής. Οι κατακτητές κατανικήθηκαν, υπέστησαν πανωλεθρία από την Ελληνική Αντίσταση!
Είχαν 180 νεκρούς και τραυματίες και 19 αιχμαλώτους. Κάποιοι θιασώτες του αντάρτικου λένε ότι οι νεκροί ήσαν περισσότεροι.
Είχαν και οι ΕΛΑΣίτες μικρότερες απώλειες με νεκρούς.
Τότε οι αντάρτες τραγούδησαν τη μεγάλη νίκη:
«Ένα πουλάκι απ' τον Κοσμά ρώταε τους διαβάτες:
Πόσο μακριά ΄ναι η Γλόγοβα από τα Κανελλάκια,
που σύχναζε η ανταρτουριά κι ούλοι οι καπεταναίοι,
που σύχναζε κι ο Πέρδικας με ούλο το ασκέρι.
Με παλικάρια διαλεχτά καλά και ψυχωμένα
που κυνήγαγαν τους Γερμανούς και τη φασισταρία,
γιατί μας παίρναν το ψωμί και την Ελευθερία».

Αυτές οι μεγάλες μάχες δεν συζητιούνται αρκετά σήμερα γιατί ο ΕΛΑΣ ενεπλάκη αργότερα στον εμφύλιο πόλεμο και πολλοί ιστοριογράφοι ανακατώνουν τα γεγονότα κατά πως θέλει ο καθένας και άντε να βρεις άκρη! Αλλά και... «ουαί τοις ηττημένοις», (αλίμονο στους νικημένους), όπως είπε και ο Γάλλος στρατηγός Βρέννος, όταν νικήθηκε ο στρατός του από τους Ρωμαίους τού Καμίλλου Φούριου. Που σημαίνει πως πρέπει να περάσουν πολλά χρόνια ακόμη για να «ξεκαθαρίσουν» τα πράγματα και να γραφεί αντικειμενικά η ιστορία!
Το χωριό Γλόγοβα (οι Σερβαίοι το έλεγαν Βλόγκοβα), σήμερα το λένε Δρακοβούνι. Είναι κοντά στο χωριό Μυγδαλιά (παλιά Γλανιτσιά).
Το είπαν Γλόγοβα γιατί ο τόπος είναι γεμάτος αφαλαρίδες (είναι μικρό φυτό με κίτρινα αγκάθια σαν μικρές βελόνες), που στα σλάβικα την αφαλαρίδα τη λένε γλόγοβα.
Στου Σέρβου εκείνα τα χρόνια τα παιδιά τριγύριζαν ξυπόλητα μες τις αφαλαρίδες και... δεν πάθαιναν τίποτα!
Οι αντάρτες μετά τη μάχη εκτέλεσαν μερικούς γερμανούς αιχμαλώτους και με κάποιους άλλους έφυγαν με κατεύθυνση προς την Ολυμπία. Κάποιοι πέρασαν από του Σέρβου και τους κλείδωσαν μέσα στο Δημοτικό Σχολείο. Οι αιχμάλωτοι ήσαν περισσότεροι από εφτά (7).
Δεν θυμούνται τον ακριβή αριθμό τους όσοι ζήσανε τα γεγονότα και μας τα διηγήθηκαν.
Εξάλλου σε εκείνα τα χρόνια της κατοχής δεν μέτραγε και πολύ η ανθρώπινη ζωή!
Τότε το σχολείο είχε δυο αίθουσες όλες κι όλες και ήταν κάτω από το προαύλιο της εκκλησίας της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στη Ράχη, εκεί που είναι σήμερα η αίθουσα του Πνευματικού Κέντρου.
Από του Σέρβου τούς πήγαν προς τούς Αράπηδες. Ένας απ’ τους αιχμαλώτους ήταν βαριά τραυματισμένος χαμηλά στην κοιλιά (πάνω απ’ τ’ «αχαμνά») και όπως είπε ένας αντάρτης γιατρός που ήταν μαζί τους, δεν επρόκειτο να ζήσει. Ήταν «ξεκοιλιασμένος» από τη μάχη!
Οι αντάρτες τον εκτέλεσαν και τον έθαψαν σ’ ένα πρόχειρο χαντάκι στους Αράπηδες, εκεί που είναι το Νταραίικο χωράφι (τού † Χρήστου Ν. Δάρα «1899 - 1979» που ήταν δάσκαλος). Έριξαν πάνω στον πεθαμένο λίγο χώμα, μάλλον βιαστικά γιατί τα πόδια του φαίνονταν, ήσαν άθαφτα. Αυτά θυμούνται όσοι περνούσαν από εκεί!
Μετά βάδισαν δυτικά και όταν έφθασαν στου Μπούζα (Κοκκινοράχη) θέλησαν να εκτελέσουν τους υπόλοιπους αιχμαλώτους αλλά ξεσηκώθηκαν οι Μπουζαίοι και δεν άφησαν να τους σκοτώσουν εκεί, γιατί δεν ήθελαν στο χωριό τους το φοβερό θανατικό!
Τελικά τους πήγαν στου Κοκλαμά (Κουκλαμά) και τους εκτέλεσαν κάπου στο μέρος που πηγαίνει ο δρόμος προς το Νιοχώρι, στην τοποθεσία Κάπελη! Εκεί έγινε και το κιβούρι τους!

 

1 Βασίλης Κωνσταντή Σχίζας

Γράφει ο συνεργάτης μας
Βασίλης Σχίζας του Κων/ντή

 

Υ.Γ Εμείς φταίμε που ανεχθήκαμε να βιάζουν πάλι την έξοχη Πατρίδα μας!
Αυτοί πάντοτε ορέγονται τα θέλγητρα και το κάλλος της Ελλάδας!
...Εμείς έχουμε στραβωμάρα! Μας ξεγέλασαν με τα λεφτά τους και καταχρεωθήκαμε!
Εμπιστευτήκαμε τους ντόπιους εξουσιαστές μας και προδοθήκαμε!

 

Αφήστε τα σχόλια σας

Δημοσίευσε ένα σχόλιο σαν επισκέπτης

0
  • Δεν βρέθηκαν σχόλια
Κατηγορία: